Την αγαπημένη μας φέτα τη συναντούμε άλλοτε πιο μαλακιά και άλλοτε πιο σκληρή. Άλλοτε λίγο πιο αλμυρή και άλλοτε λίγο πιο πικάντικη. Αλλού θα τη βρούμε ή θα τη ζητήσουμε ως φέτα Καλαβρύτων και αλλού ως φέτα Αμφιλοχίας ή φέτα Ηπείρου. Και εύλογα αναρωτιόμαστε: Αφού διαφέρουν μεταξύ τους γιατί όλες τις αποκαλούμε φέτα;
Φέτα είναι μόνο μία και η φέτα είναι πάντα ΠΟΠ. Είτε πρόκειται για φέτα Θεσσαλίας, είτε Ηπείρου είτε Στερεοελλαδίτικη. Πάντα είναι λαχταριστή και άκρως εθιστική.
Η ονομασία «φέτα» κατοχυρώθηκε οριστικά ως Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ) το 2002. Έκτοτε μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για το λευκό τυρί που παράγεται από αιγοπρόβειο γάλα, που ωριμάζει μέσα σε άλμη και πληροί τις εξής προδιαγραφές:
Είδαμε από τις προδιαγραφές ότι μπορούμε να παράγουμε φέτα είτε αποκλειστικά από πρόβειο γάλα είτε από μείγμα πρόβειου γάλακτος με γίδινο. Στην περίπτωση που συμμετέχει και το γίδινο γάλα η συμμετοχή του δεν πρέπει να υπερβαίνει το 30%. Εδώ κρύβεται ένα μυστικό.
Όταν συμμετέχει το γίδινο γάλα η φέτα γίνεται πιο σκληρή. Αντιθέτως οι φέτες από πρόβειο γάλα είναι πιο βουτυράτες στην υφή.
Όταν η ωρίμανση της γίνεται σε ξύλινα βαρέλια η φέτα γίνεται πιο πικάντικη. Επίσης πιο πικάντικη γίνεται όταν στην παραγωγή της συμμετέχει και γίδινο γάλα το οποίο είναι από τη φύση του πιο πικάντικο.
Επίσης θεωρείται ότι το γάλα των ζώων που βόσκουν σε ηλιόλουστες ορεινές περιοχές δίνει φέτα πιο πικάντικη, σε σχέση με το γάλα από κοπάδια που βόσκουν σε σκιερά, υγρά μέρη.
Για να εκτιμήσουμε την αξία της φέτας θα πρέπει να γνωρίσουμε πρώτα τις διαφορές της από το λευκό τυρί άλμης.
Την επόμενη φορά που θα επιλέξουμε ή θα δοκιμάσουμε μια φέτα ας μη μείνουμε μόνο στο ότι η φέτα λέγεται έτσι …γιατί την κόβουμε και τη σερβίρουμε σε φέτες.